156522

Αριθμός τεύχους

25

Χρονική Περίοδος

Α

Ημερομηνία Έκδοσης

01/07/1881

Αριθμός Σελίδων

4

Πρωτότυπο Αρχείο

Οδηγίες

Κλικάρετε πάνω στην αριστερή εικόνα για να δείτε περισσότερες φωτογραφίες.

Κείμενο εφημερίδας

Δεν είναι διαθέσιμο το αρχείο pdf.

Κείμενο εφημερίδας
    Σύνολο σελίδων:
    ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1 Ιουλίου 1881
    •Αριθ. «Κ
    ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ?
    ΕΕΑΜΗΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΠΡΟΠΛΗΡΩΤΕΑ*
    ν. 3
    3
    4
    - μΐν τ'ας '4βΐ}νας.......
    4ά δέ τί>ν Πειραια κα τας Επαρχίας. .
    4Α δ* τό Έξωτίρι>.ον.......
    Οίιϊεαία πληρωμή γίνιτοιι ανευ άποίεΐξιω;. -·
    Πάσι δί άΐϊόδίιξις πληρωμάς πρίπει ν* ί| ϊντυπος χ αί ν χ
    ?ίρ3 τη,ν Υπογραφήν χαΐ ι ήν Σρραγΐδ» τ>)( Σννΐάξιως.
    ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ
    ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΛΑΤΑΣ
    ΑΡΧΙΜΑΚ&Ρ'ΤΗΣ
    Έκδίδοται άπαξ τής εβδομάδος
    ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΑΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ
    ος Σΐών.
    Έν Ά 4τ-, 1<«ρχ(Μ «Λ τ*} *·«· μιβΒβς γί*οντ*ι ίε«»1 *ρ·: < «Κ,αΘεύδοντες διατελοϊτε άν εί μή τινβ: άλλον δ Θεός έπιπέμψειε κηδόμενος υμών» ' " τίς ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Ποο δύο έτών έζεδώκαμεν «.Πραγμαχείαν Λ ί&>- χαχά τονς χρόηνς νμ&τ 'Λθεϊστιχώγ. ίδεών*
    έ* 216 σελίδων συγκειμένην. Διά ττΊς Πραγμχ
    τείας έκείννις έζιβτορήσαμεν τάς άθεϊστικάς.ίδέας,
    βό έ ϊϊ
    Σχολάς, αίτινες, λαμβίχνόμεναι έκ, τής άρ·
    '---------· "·ί..·ϊηηΜ έν τή εσπεοί·*
    νκιότϊΐτος, άνα-τύσσονται σ·«μερον έν τ·7
    Ευρώχγτ τάς οποίας ομως καταπολεμοϋ
    καταΒεικνύοντες τό έ
    Τ ?; 0
    ϊα τα εντέυθεν απο
    «ιναι λίαν Βυσάρ
    Το δεύτερον
    κείνης, δπερ
    άβιΚηιχων
    ,ρ,χτιχδν
    Τ1" Γ ώοϊ ίΐς «
    έναρέτου, ουδέ εις «
    δ
    Ιταπεινωθώσιν, γ; επί τέλους νά έξοστρακισθώσι
    κχί καρίστραίρώσιν.
    "Αν^ λοιπόν θρηηκείας, άνευ πίστεως καί άλνι-
    θοϋς ίείίίπ-ής πρός τον Θεόν καΊ έπομένως ίνευ
    εΰθύνι^ άπένκντι των μεγάλων αΰτοΰ άποφάσεων,
    αΐτινες* είναι αύτοι οί α'ιώνιο'- ΫιθικοΙ νόμοι, οί τό¬
    σον τελείως κκί πραχτικώς έκπεφρασμένοι έν τω έξ
    άπο/.αόψεως Εΰαγγελίω, είς -οίον άδιέξοϊον >.αι-
    βύρινβ Ι θέλουσι συν τω χρόνφ παρασύρει τνιν πο-
    ιτείί /-,αων κΰτά τα φυσικί ίιμων έλαττώματα,
    ά έζ ι!>τοϋ τοϋ χαρακτήρος ημών προερχομεν* ,
    Κρ "'.νάζομεν άοικκόπως: ελευθερία! ελευθερία Ι
    Ιΐ^^-ί ^ί^-.-Λ-^δ-Λτ.τκίυί.-ί. ι άττοτροτϊΐαζόμ,εθα την
    τυραννίανΐκαί τάπαρόμοια· άλλ' έζ ά"λλοΙ> μέροΰς~
    ουδόλως φροντίζομεν ·περί τής βάσεως αυτής, ειρ*
    ής στνιρίζεται ασφαλώς καί διαρκώς ή αληθής ε¬
    λευθερία, ό' έστι περί τής γνώσεως τής ά.Ιηθείας,
    καθώς λέγει ό Χριστός, περί τής άλνιθοϋς θρησκ,ευ-
    τικ,ής καί εντεύθεν τής ΰγιοΰς νιθικής άγωγής
    των έλευθέρων πολιτών «κ,αΐ γνώσεσθε τ·/ιν αλή¬
    θειαν καϊ ■« άλήθειχ έλευθερώσει -ίιμόίς.ΐ) Άλλ' ύφ*
    οίον δήποτε πολίτευμκ ζύμ,εν νιμεΐς, ρ.ίι έχοντες
    Θρ7)σκείαν, μ·ίι δικνοούΐλενοι νά δώσωμεν ευθύνας
    ■των πράξεων -ίιμών, αφεύκτως συν τή άνευθύνω ε¬
    λευθερία άναπτύσσομεν κ,α'ι (λυρία κ«ταστρε~τικά
    έλαττώμ,ατα, διαψεύδοντα την αληθή ελευθερίαν
    καί άπατώμ,εν καί φενακίζομεν ίιμόίς αΰτούς· ώς
    καί οί πρόγονοι ίιμών άιτεφαίνοντο «ουδείς έλεύθε-
    ρος έαυτοΰ μνι κρατών», καί «αδύνατον ελεύθερον
    είναι τόν πάθεσι δουλωθέντα καί υπό παθών κρχ-
    τούμενον.»
    "Οντως* ουδόλως πρέπει νά άγνοώμεν ότι άθρνι-
    σκος καί έπο[λένως άνεύθυνος ελευθερία, μκλιστα
    δτκν αΰτνι έκτείνηται είς ό"λα τα πρόσωπα δλων
    των τάξεων τής κοινωνίας, φέρει κατ' ανάγκην είς
    παρα/υιί*ν καί κοινωνικήν άποσύνθεσιν* καί τότε
    ■Τι έπανέρχεται τό άλλο οΐκ,ρον, ό δεσποτισυ,ος, κ«1
    ούτος παίλιν μετά πολλάς ταραχάς καί έθνικάς θυ¬
    σίας, η, καθιστάμενος τής πολιτείας δ'λως ασθε¬
    νούς καί άδυνάτου ν' άντιστή κατά μι8ς ποτε άλ-
    λαχόθεν προσβολής, κυριεύεται ·ίι χώρα κ,αί κατα-
    δουλοϋνται καί ύποττάσσονται οί ΰπήκοοι είς άλ¬
    έθνικότητα. Την αληθειαν ταύτην έκφέρου-
    'δ υ
    ρνον έκεΐνο
    «τι οί ι**
    ί
    Π.«!.« ο!
    ~ Ι Ω Ν
    θρώπων, χαταστάντων ισχυρότερον,η' επί πλούτω,
    ί) επί πολιτικοΐς άξιώμασιν, οΐτινες, ουδέν έχοντες
    ιερόν, πκντοίοις τρόποις, επιτρέποντες «χλιστα
    πά'σαν 'παφεκτροπην, πόίσκν αδικίαν καΐ πασάν
    κκκοηθειαν, 7)χμαλώτευσαν τάς θελήσετς'τών ά-
    ίυνάτων καί κατέστησαν πολυπληθεϊς έπ' αυτών
    τυραννίσκοι, υπηρετούντες επί τέλου; δχί πλέον
    διά τη"; ελευθερίας τοΰ λαοΰ, άλλά διά τη"ς έπ'
    αύτοΰ έξουσίας, τα άλαζονικά καΐ ΰλικά αυτών
    συμφέροντα ; Άλλά τα όλέθρια καΐ κατα«βπτικά
    άποτελέσματκ μετ" ου μακρον χρόνον έΐϊ,Ϋ,λθον,
    διότι, περιελθόντες οί λαοί έκεϊνοι είς παραλυσίαν,
    είς τοιαύτην άπελπισίαν κατήντησαν, ώστε επί
    τέλου; έκραύγασαν, «άμεινον δουλεύειν έιτιεικώς
    $1 έλευθεριάζειν άναισχύντως».
    Εάν δμως ημείς, αρκούντως η"δη έλεύθεροι όν¬
    τες, έχωμεν καί τόν θεόν έν τοίς στέρνοις καί
    κανονίσωμεν τάς θελήσει; καί τάς πράξει; ημών
    άπό τοΰ —ρώτου μέχρι τοΰ έσχατον, πρός τβύς αϊ-
    ωνίους ήθικούς νόμους, τούς έν τω Εΰαγγελ,ω, τώ
    δακτώλω τοΰ Θεοΰ γεγραμμένου;· εάν οί μέν ίσχυ-
    ρότεροι,ώς δώσοντες ευθύνας τω Θεώ,κ,αθό ταχθεν-
    τες πιστοί λειτουργοί των νόμων αύτοΰ, άνατρέ
    φωσι τούς άπλουστέρου; «έν παιδει'α καί νουθεσίο;
    ΚυρίουΜ, έπιμένοντες άδυσωπητω; οσάκις ι «εΐνοι
    έ* μικρών συμφερόντων όρμώμενοι, άπαιτώσι ράγ-
    ματα αντικείμενον είς τοΰς νόμους, ίτοι είς «ΰτάς
    τάς βουλά; τοΰ Θεοΰ, οί. δέ άπλούστεροι καί μι-
    κρότεροι, έμπνεόμενοι καΐ αύτοι έκ τοΰ Άγίου
    Πνεύματοί, ύπακ,ούωσί καί δέν έπιμένωσι ζητοΰν-
    τες παράλογκ, άδικα καί άνήθ'.κα;, καπηλευόΐΑενοι
    την ελευθερίαν αυτών ενώπιον των εκάστοτε κυ-
    βερνώντων, οΰς έταξεν ό Θεά; είς λειτουργίαν" των
    νόμων κκϊ των βουλών αυτού" εάν τέλος άπαντες
    καί πρώτοι καί Ισχατοι καί ίσχυροί %<χ άδυν&τοι, ίσην έχοντες -ήδη ελευθερίαν, ύποτασσώμεθα .ατά τόν 'Δπός-ολον Πέτρον «ώ; όντως έλεύθεροι κο;ί μή ώς έπικάλυμμα έχοντες τή"; κκκίας την ελευθε¬ ρίαν, άλλ' ώς δοΰλοι Θεοΰ», τότε καί μόνς δυ¬ νάμεθα νά λέγωμεν, ότι είμεθα άλη^ώς έλ'' ',ο,ολ -Ήκι νά υποστηρίζομεν, δτι ή ελευθερία ημών ι,ίναι γνησία, μόνιμο; καί διαρκής, καθό στηριζομένη επί βάσεον ακλόνητον, επί -τν5ς ευθυνής άπέναντι τοΰ Θεοΰ, επί των α'ιωνίων νόμον, ούς έγραψεν ή χείρ τοΰ δημιουργοΰ. Τότε δυνάμεθα νά χχνγώ- μεθ« μετά τοΰ αποστόλου Παύλου δτι έν ημίν, εύαγγελικ,ώς πολιτευόμενοι;, «ούκ ενι δοΰλος ουδέ ελεύθερος, ού* ενι ά"ρσεν καί θη"λυ, πάντες γάρ •ίΐμεΐς είς έσμέν.» Άλλως ελευθερία ά'νευ Θεοΰ, οΐνευ θρησκείαν, ελευθερία άνεύθυνος, ούδενί έχουσα νά δώση λόγον, κκί έπομένος ελευθερία των ποικίλων όρέξεων.καΐ των άλλοκότων εκάστου συμφερόντων, έξ ·η; βε¬ βαίως άπορρέει πασά κακία, πΆαχ άδικία, πασά άνϊ)θικότνΐ{, ελευθερία τοιαύτη είναι αδύνατον νά σχηματίση ευδαίμονα κ«ί διαρκ'/) πολιτείκν. «Ούαί ίΐμΐν ά'νδρες άσεβεϊς, λέγει ό σοφός, οΐτινες έγκα- τελίπετε νό(χον Θεοΰ ' εάν γάρ πλϊΐθύννιτε, είς α¬ πώλειαν έσται ό πλ·/)θυσμός υμών καί εάν γεν- νηθϊΐτε, εί{ κατάραν γενννιθήσεσθε· καί εάν άπο- θάνητε, εί; κατάραν (Αερΐσθΐίίσεσθϊ.» Ή πολιτεία άθρήσκου »«1 ψχύΧνις ελευθερίας, λέγει καί ό ίερός Φώτιος, είναι πολιτεία των ^ο- χθϊΐρών καί των πονηρών, οΐτινες, είς τα αίσχρά αυτών ουμιρέροντοί αποκλειστικώς αποβλέποντες, προκαλοΰσι την νιθικ^ν πκραλυσίαν καί ενασμενί- ζουσι ι*άλιστ« είς τό ύποκινεϊν στάσεις κκϊ τα¬ ραχάς, βουλόμενοι έν έκκέντρω κκταστοίσει καί εν τίΐ πλήρει «δύναμις των ήθικών νόμων νά κορεν - νύωσι τα Γδια; πάθη κ«ϊ νά ύπηρετώσι τοΰς ποτα>
    ποΰς καί άλοίζονικούς αυτών σκοπούς. Άλλ' επί
    τέλους οί τοιοΰτοι καταστρέιροντιχι, ώς κάπηλοι
    τίίς ελευθερίας καί άνάζιοι καί αΰτοΰ τοΰ όνόιχα-
    το{ αΰτίίς. «Οί δέ γνώμγ] μέν μοχθηρ^, τόλμ») δέ
    πον*ιρ£ καί ταραχαΐς χαίρουβι, τ^ ελευθερία έιίευ-
    φημίζοντεί, καί διά τουτο στάσει την εΰκοσμίαν
    λύοντες, ούτοι προκάλυμμ« πονηρίας κ«1 αΰθβί-
    οεί«ς την έλευθερί«ν προβαλλο'μενοι, δοΰλοι μέν
    εισίν άλογίστων παθών, δοΰλοι δέ ταραχών κ«1
    θορύβων καί τί)< ελευθερίας κατηγοροι καί διά τουτο ταύτας άνάξιοι.» ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΓΟΓ ΑΝΊΓΙΝΩΣΚΟΜεΝΟΓ ΤΗΝ ΕΡΧΟΜΕΝΗΝ ΚΓΡιΑΚΗΝ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Κεφάλαιον Η'. »8—β' 1. 28 Τω καιρώ εκείνω, έλθόντ: τω Ίησ-ου είς την χώραν των Γεργεσηνών, ύπήντησαν αυτώ δύο δα'.μονιζόμενοι Ικ των μνημείων έξερχόμενοι, χαλεποΐ λίαν, ώστε μή ίσχύειν τινά παρελθεΓν διά τή; δδοϋ έ*είνης. 29 Κα'ι ίδοΰ έ'χραξαν, λέ- γοντε;· τί ημίν καϊ σοΐ, Ίησοΰ ΐίέ τοϋ Θεοϋ, ήλ¬ θε; ώδε πρό καιροΰ βασανίσαι ημάς. 30 ΤΗν δέ μακράν άπ' αυτών άγέλη χοίρων πολλών βοσκο- μένη. 31 Οί δέ δαίμονε; παρεκάλουν αυτόν, λέ- γοντες* Εί Ικβάλλει; ημάς, έπίτρεψον ύμΓν ά πελθεΓν εί; την αγέλην των χοίρων. 32 Καί εί¬ πεν αύτοι";· 'Υπάγετε. Οί δέ έξελθόντε; άπήλθον εί; την αγέλην των χοίρων. Και ιδού, ώρμησε πασά ή άγέλη των χοίρων κατά τοΰ κρημνοϋ εί; την θάλασσαν καί απέθανον έν τοϊ; ΰδα<τιν. 33 Οί δέ βόσκοντε; έ'φυγον καί άπελθόντε; εί; την πόλιν, άπήγγειλαν πάντα, καί τα των δαιμονι- ζομένων. 34 Καί ίδου, παβα ή πόλις εξήλθεν εί; συνάντησιν τφ Ίησοΰ· καί Εδόντε; αυτόν, παρε¬ κάλεσαν, ό'πω; μεταβή άπό των δρίων αυτών. 1 Κ αί έμβά; είς τό πλοίον, διεπέρασε, καί ήλθεν εί; την ίδιαν πόλιν. Κατά δυο τοΰ έ'τους Κυριακάς έν τγ3 καθ' ήμό?ς Όρθοδόξω Χριστιανικαί Έκκλησίν άναγινώσκετοα ή άνοτέρω Εύαγγελική περικοπή, έν ν) έξιοτορεϊ- ται ή υπό τοΰ Ίησοΰ Χριστοΰ τελδσθεΐσα θεραπεία των δκιμονιζομένων έν τνϊ χώρκ των Γεργεσηνών, καί των Γαδαρηνών. Καί κ«τά μέν τόν Ιούνιον τοΰ Εΰαγγε'λιβτοΰ Ματθκίου, κατά δέ τόν Όκτώ- βριον, ώς έξιστορεΐται υπό τοΰ Εΰαγγελιστοΰ Λου- χ,Ζ. Άλλ' ό ΛουκίΖς διτιγεΐται τό γεγονός έκεϊνο λεπτομερέστερον ν! ό Ματθαΐος, καί διά τουτο έν τί! άναπτύξει τ'ης ανωτέρω περικοπϊίς υπό τοΰ Ματθαίου, θέλομεν λάβει ύπ' όψιν και τόν Εΰαγ- γελιστγιν Λουκ,αν, έ'τι δέ κ«ί τόι» Μάρκον,δστις έ- πι'σνις διηγεϊται τό γεγονός, χαί τουτο, όπως πα¬ ραλείψωμεν τίιν ανάπτυξιν, κατά την Κυριακην, ημέραν τη1; είκοστ^ς πέμπτι»; τοΰ έλευσομένου μνΐνός Όκτωβρίου, &τζ περί τ·35ς οώτίίς υποθέσεως ιαλαμβάνοντος *αί τοΰ κατ' εκείνην την Κυριζ- ην άναγινωσκομένου Ίεροΰ Εΰαγγελίου. Στιχ. 28. Ό Λουκάς (η', 26) ώ; καί ό Μάρ¬ κος (έ, 1) λέγουσιν δτι ό Ιησούς ν,ηΛθεν είς την χώραν των Γαόαρηνωτ». "Οθεν έκ πρώτας δψεως ■ίίθελέ τις ύπολάβει ότι οί Εΰαγγελισταί διαρω- νοΰσιν, άλ>ά δέν εχει ούτω τό πράμμα, τουναν¬
    τίον δέ μάλιστα, όχι μόνον οΰδεμία μεταξύ των
    Εΰαγγελιστών ύφίστατοίΐ διαφωνίιζ, άλλά καί συμ-
    φωνοΰσι κκτά τοιούτον τρόπον,ώστε δέν φαίνεται
    ότι δ είς απλώς άντέγραψε τάν άλλον, άλλά δ-η-
    γοΰνται τα περιστατικ,ά, δπω; αυτών άντελήφδη-
    σαν, αποβλέποντες μόνον είς τνιν θυσίαν καί άδΐα-
    φοροΰντες περί τνίς λεπτομερείας των καθ' ϊχ,κς-χ.
    Γάδαρκ κ«ί Γέργεσκ ήσαν δύο πόλεις, τα μέν
    Γάδαροί άπέχοντ« 60 ς-άδια· άν«τολικώς τίΐς Λί-
    μνης Τιβεριάοος, τα δέ Γέργεσο: κείμενα 1 2 μί-
    λια μεσημβρινοανατολικώς των Γαδάρων καί τόσ«
    πάλιν ανατολικώς τοΰ Ίορδάνου. Μεταξΰ ακριβώς
    των δύο εκείνον πόλεων εγένετο ίι θεραπεία των
    δαιμονιζομένων, καί διά τουτο ό μέν Εΰαγγελΐ-
    στγΐί Μ«τθαΐος έλαβεν ύπ' όψιν την μίαν πόλιν,
    τα Γέργεσα, οί δέ ετέροι ΕΰαγγελισταΙ ό Λουκ«ς
    καά ό Μάρκος έλαβον ύπ' ϊψιν την έτέραν, δ έστι
    τα Γάδαρα.
    Έν τ^ί οδώ λοιπόν τϊί μεταξΰ των δύο είρημέ-
    νων πόλεων πορευομένου τοΰ Ίνισοΰ,μεταβάντος όιά
    τοΰ πλοίου είς την χώραν εκείνην (Μάρκ. ε', 2),
    ιδού ηρχοντο έξ άντιθέτου την αύτην οδόν
    -ίνδρε; δαιμονιζόμενοι, έξ ών δ εί; επασχε χ
    περισσότερον τοΰ ετέρου, καί διά τουτο δ Μάρ
    *αί δ Λουκ,δς μόνον περί έκείνου ποιοΰσι λό·
    Οί πάσχοντες έκεϊνοι ά"νθρωποι κατά μέν τόν Τ>
    'αΐον είχον έξέλθει έκ των τάφον κ«1 έ—ορεν.
    ήν οδόν, ό δέ Δουκός κ«ί δ Μάρκος, λέγουσιν, ί)
    ι οί δαιμονιζόμενοι έκεϊνοι καί κατφκουν διηνε-
    ς έν τοίς τάφοις."Οντος, οί τάφοι των Εβραίων
    ,'κειντο συνήθως μακράν των πόλεον έν αίς οί ι2ν-
    Ίοποι κ«τώκουν, καί ήσαν κατεσκευασμένοι, η'
    λαξευμένοι έντό; μεγάλον σπήλαιον, φυσικών
    χχϊ τεχνητών, εί; τα δποϊα κατέβαινον οί άν-
    οποι δία κλήμακο;. Τα σπήλαια έκεϊνα έν οί;
    αν οί τάφοι, ήσαν συνήθως καί τα καταφύγη
    ίν μανιακών κκΐ των δαιμονιζομένων άνθρώπων,
    ότι, ώς φαίνεται, ή κατάστασις τοΰ πνεύματος
    Ιόν πασχόντων τοιαΰτα νοσήματα συνεβιβάζετο
    Ίράς τό μελαγχολικόν των τόπον εκείνον, οΐτινες
    ^ϊά τουτο καί προσείλκυον αύτούς.
    Κατά θείαν δέ βεβαίως οίκονομίαν είχον έζελ-
    ί ί οί δκιμονιζόμενοι έκεϊνοι έκ, των σπηλαίων των
    Ί ίφων καί έπορεύοντο την οδόν, κ,αθ' όν χρόνον
    χ :1 δ Ίησοΰς Χριστός έκ τοΰ άντιθέτου την «ύτήν
    ^δν έπορεόετο. Ήσαν δέ οί —άσχοντες έκεϊνοι,
    Λγει ό Ματθαϊος, πολύ σκληροί, ά'γριοι καί έν-
    τ ϋθεν έπικίνδυνοι {χαΧεηόΙ Λίαν), ώστε ήτο άδύ-
    ν^ςτον νά διέλθη τις την οδόν, έν νί έκεϊνοι ϊστκν-
    τ«, 'η δι' ής έπορεύοντο, χα>ρίς νά διακυνδυνεύση
    κίί νά πάθη σπουδαίως ΰπ' αυτών(ώσΐεμή ίσχύειν
    παρεΛθεΐν άιά τής όάοΰ
    Στιχ. 29. Είναι πολΰ περίεργον δτι τα πονηρά
    π,ΐεύματα, οί δαίμονες τουτέστιν, οί κατακ,υριεύ-
    ονίτες των άνθρώπων εκείνον, διέγνων άμέσως έν
    τίΐ προσώπω τοΰ Ίησοΰ, δ,τι οί ά'νθρωποι έουσκο-
    λείοντο νά γινώσκωσιν ένόησαν τουτέστιν δτι ό
    Ίησοΰς ήτο δ Χίος τοΰ θεόν, κα'ι δτι, ώς τοιούτος,
    εί^ε την δύναμιν καί την εξουσίαν νά έξώση αύ-
    το ις έκ των ανθρωπίνον πλασμάτων.ΈπΙ δέ τού-
    -«τ^νο^ιϊίΖν (<χϊϊ)υν ιΐλυϋχ^ωΓ-ΤβΓ πον^φ^Ί^ κεϊνα πνεύματα" καί δτι δ Ίησοΰς πραγματικώς εί¬ χεν απόφασιν νά έξώση αύτούς έκ των άνθρώπων" δθεν καί πρίν η' διατάξη αύτοΰς δ Ίησοΰς νά άπο- χωρίσωσι προλαμβάνουσιν οί δαίμονες κχϊ λέγουσι πρός αυτόν «Τί ημίν καί σοί ;» (φράσις απαντώ¬ σα έν ταίς Άγίοας Γραιραϊς), δ έστι τί κοινόν με¬ ταξΰ ήμθν καί σοΰ ; τί οφείλομεν ημείς είς σέ, ί} σύ πρός ήμι2ς ; τί ζητεΐς παρ'ήμών ; καίηλθες νά έξώσνις ήμάΐς έκ των άνθρώπων τούτων, έν οίς εύ¬ ρομεν κατοικίαν, κα'ι νά καταδικάσης ημόίς είς την αιώνιον κόλασιν [ηΛθες ωόε βασανίσαι ημάς;) Καί μάλιστα ήλθες νά καταδικάση; καί τιμ<ορή- σγΐί ήμα"; πρό τϋς μεγάλης κρίσεως καί τη"; άν- ταποδόσεως τοΰ Θεοΰ (πρό χαιροΰ), δτε δα "λχ- ταδικασθώμεν καί ημείς οριστικώς μετά των ά- μαρτωλών άνθρώπων είς την αιώνιον κόλασιν ; (Γδε καί Β' Πετρ. β', 4 καί Ίούδκ 6). Στιχ. 30—31. Οί δοαμονες,φοβούμενοι την υπό τοΰ Υίοΰ τοΰ Θεοϋ καταδίκ-ην είς την αιώνιον κό- λασιν, (διότι, ώς φαίνεται, ή κόλασις έκείνη έμ- ποιεϊ φρίκην καί είς αύτούς προσέτι τούς δαίμο- νας), προβάλλουσιν είς; τόν Ίησοΰν την έζίίς οίΓτη- σιν. Μακράν τοΰ τόπου έκείνου ένφ συνιήντησαν οί δαιμονιζόμενοι τόν Χριστόν ήτο μία άγέλη έκ δύο χιλιάδων χοίρων συγκειμένη (Μαρκ. έ, 13), ήτις έ'βοσκεν επί των κατακρήμνων λόφων ιένω τϊΐς Λί- μννις Τιβεριάδος· οί δαίμονε; λοιπόν ίκετεύουσι τόν Ιησοΰν : Κύριε, λέγουσι, εάν διανοΐΐσκι νά έ- ξώσης ίιμδς οριστικώς έχ. των άνθρώπων τούτων, μή καταδικάση; ήμα; -ροώρω; είς την αιώνιον κόλασιν, άλλ' έπίτρεψον τουλάχιστον είς ήμοΐ; νά μετκβΰμεν εί; τούς μακράν άπό τοΰ τόπου τού¬ του βόσκοντα; χοίρου;, διότι δι' ήμά'ς εΐναΊ πολν προτιμώτερον νά κατοική"σωμεν καί εί; αύτούς τούς βδελυρού; καί ακαθάρτου; χοίρου;, ^ νά καταδι- κασθώμεν είς την φρικτήν οι' ημόΖς κόλασιν άπά τοΰδε (πρύ χαιρον). Στίχ. 32. Ό Ίησοΰ; εδέχθη την παράκλησιν των πονηρών πνευμάτων, κ<χί έπέτρεψεν ίΐς «υ- νίκην ίτρεψε τουί -/οΐροβοσκώ' ζημίαν, οΐ οίχοιρο ;έν έτιμώρν τού; χοίρου τωμεν, προΕ άποζημιοϊ ' ρ κερ«υνοΰ, τινος επιον βαίως τ«ύτ άλλά την <ρ αΰτό; οιέπε τίς. "Οθεν 8ε μόνον α "■ουρνίΓουτι μων ζ·/ί ί ρκίνη φυτά τος είναι δ οίδε «υτό; οίί ο-αι. Καί δ ' τρεψε νά κ: οίδε μόνος ι ών η αςια ι ηθέλησε νά' ούς οίδεν α μεϊ; άγνοοΰ Στιχ. 3ί σκοί, ένθεν νιώδους χά όρμ^ς κατα δέ επί τί) έ άνθρώπων, περιχώροις ι υπο φόοου ιήν πόλιν 1 πτομερώ; τ τάξεως κκί όπως Γδωσι οοντες αυτ1 εκ τοΰ πλη( ρ Χαίλεσαίν αΰ ού αυτών. Κεφ. Θ'. ί τό 6 περισί ιν των ν διεπι χ«1 εί
    η
    Σ Ι Ω Ν
    -τοΰς ν4 άπέλθωσιν εί; τού; χοίρους, (Ό δέ" εϊπ°
    ίΛάγ(*& οί δαίμονεςλοιπόν άμέσως,άπελθόντε; έι
    ^3ν ίνθρώπων, εισήλθον εί; τού; χοίρους. Έννοεΐ-
    τβίΐ ίέ ότι οί χοΐροι, καταληφδέντες υπό των δ«ι-
    ι α,όνων, διεσκορπίσθησαν, ζητοϋντε; σωτηρίαν έι
    Ι τβν ίΓ*ιροεβ'[ΑΛν έκείνων καί έπειδή πλησίον το*
    τόπου έν φ έ'βοσκον ήσαν μέρη κρημνώδη, φέροντϊ
    ίίς τα ΰδατα τή; Τιβεριάδο;, ώρμησαν ό'λοι ά
    χοΐροι πρός τα μέρη έκεϊνα, καί καταπεσόντες διδ;
    των κρημνών είς τα ϋδατα τής λίμνης άπεπνί-
    γηβαν.
    Φαίνεται δ'τι τάς πόλει; Γέργεσα καί Γάδαρχ
    χατώκουν όχι μόνον Ίουδαϊοι, άλλά καί Έθνικα,
    'Ελληνε;, Ρωμαΐοι καί άλλοι, καί ότι οί χοΐρ,ι
    έκίΐνοι άνήκον είς Έθνικού; καί ό'χι εί; Ίουδαίου;,
    είς τοΰ; όποίου; ήτο αυστηρώ; άπηγορευμένον υτιό
    τοΰ Μωσαϊκοϋ Νόμου νά τρώγωσι χοίριον κρέϊ;
    (Λευίτ. ιά, 7), όθεν συνεπω; καί ουτε νά έμπ<.- ρεύωνται χοίρου; ηδύναντο οί Ίουδαϊοι. Τινές, έχθρικΰς διακείμενοι πρός την Χριστια¬ νικήν Θρησκείαν, καί έπομένω; έπικρίνοντε; ιό Ευαγγέλιον,άντιλέγουσι: πώ; δ δίκ,αιος Θεό; κατί- στρεψε τοΰ; χοίρους, οΐτινες ήσαν ή περιουσία ταν χοιροβοσκών ; Τί; θά αποζημιωθή έκείνου; διά τ^ν ζημίαν, οΐτινες οΰτε τόν Θεόν ΰβρισαν ουτε το*ς άνθρώπου; ήδίκ,ησαν ; Άλλά καί εάν πρό; στι-- μν)ν οίχοιροβοσκο'ι ήμάρτησαν, πώ; δ δίκαιο; Θεις δέν έτιμώρησεν αυτού; έκείνου;, άλλά κατέστρευε τοΰ; χοίρου; όλω; άθώα; ύπάρξει; ; Ημείς απαν¬ τώμεν, προβάλλοντε; άλλας έπίση; έρωτήσεις. Τς άποζημιοϊ τοΰς άνθρώπους, ών ή περιουσία κατο- στρέφεται κ,ατά καιρούς, ή υπό πλημμύρας, ή ύ-ηο κεραυνοϋ, σχηματίζοντος πυρκ,αϊάν, η υπό νόσαι τινός έπιδημικ,ής καί τα παρόμοια ; Όλας βί- βαίως ταύτα; τα; καταστροφάς έπιφέρει ή φύσι;, άλλά την φύσιν εδημιούργησεν αΰτός δ Θεός, κίί αΰτός διέπει τούς νόμους καί τάς λειτουργίας α;- τής. Όθεν έπεται ότι δ θεός, διά λόγους, οΰςτί-, δέ μόνον αΰτό;, έπιτρέπει εί; την φύσιν νά λε^- <τουργγί*οΰτω;, ώστε νά προξενή εί; τα; δψεις'^ μών ζημίας διά τούς άνθρώπους, ο έστι νά κ,ατκ- καίη οικίας, νά καταπνίγη πεδιάδας, νά άποξι- ραίνη φυτά καί δένδρα, καί τα παρόμοια' άλλ' α>-
    τος είναι δ δημιουργό; τή; φύσεω; καί έπομένο;
    αΰτό; οίδε καί τούς λόγου; δι* ου; ταυτα γίνο»-
    ται. Καί δ Ίησοϋ; λοιπόν, ώς υιός τοΰ Θεοΰ, έπ;-
    τρεψε νά καταστραφΰσιν οί χοΐροι, τόν δέ λόγ<ν" οίδε μόνο; αΰτός· ί'σως οπω; σωθώσιν οί άνθρωπα, ών ή άζία ήτο πολύ ανωτέρα των χοίρων, ή Γσ(.ς ηθέλησε νά τιμωρηθή τοΰς χοιροβοσκούς διά λόγουι, οΰς οίδεν αΰτό;, ή1 τέλο; δι' άλλα;, αίτία; άς ί- μεΐ; αγνοούμεν. Στιχ. 33—34. Επόμενον ήτο ότι οί νοιροβο- σκοΐ, ένθεν μέν επί τω θεάματι τής αιφνηδίας μο- νιώδους καταστάσεως των χοίρων, καί τή; με( δρμή; καταπτώσεω; αυτών εί; την λίμνην, ένθε* δέ επί τή έντελεΐ θεραπεία των δαιμονιζομένωι άνθρωπον, οΐτινες ηπείλουν πάντας τούς έν τοΐι περιχώροι; έκείνοι; κατοικοϋντα;, κατελήφθησα' υπό φόβου καί τρόμου, καί σπεύσαντε; άμέσω; εί( την πόλιν Γέργεσα έδιηγήθησαν εί; τού; έχεΐ λε¬ πτομερώς τα πάντα. Άπασα δέ ή πόλις, πάση< τάξεως καί ήλικίας άνθρωποι,έξελθόντε; άπήλθον, οπω; ίδωσιν έκ τοϋ πλησίον τόν Ίησοϋν άλλ ί- δόντες αυτόν καί έρευνήσαντε; καί έννοήσαντεί έκ τ-οΰ πλησίον τα υπό τοϋ Ίησοΰ τελεσθέντα, κα- τελήφθησαν καί έκείνοι υπό φόβου, διό καί παρε¬ κάλεσαν αυτόν νά αναχωρήση ταχέως έκ τοΰ τό- που αυτών. Κεφ. Θ'. στιχ. 1. Ό Ίησοϋ; Χριστό;, άφοϋ έ- ποίησε τό θαΰαα καί εγένετο γνωστό; καί είς τα μέρη έκεΐνα, οέν εκρινε πλέον ευλογον νά παρα¬ μείνη περισσότερον, δ'θεν καί απεδέχθη άμέσως την αίτησιν των Γεργεσηνών καί έμβάς πάλιν είς τό πλοΐον διεπέρασεν εί; τό άπέναντι μέρος τής Λί- μν»ς καΙ εισήλθεν εί; την Καπερναούμ,πόλιν τή; "«τοιχίας αύτοϋ· «.διεχέραοε χαϊ ηΛθεν είς την ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Ό Διάκονος. «'Τπέρ τοΰ Άρχιε- »πισκόπου ημών (χοΰ δεΐνο;) τοθ τι- [/.ίου πρεσβυτερίου κτλ. Μετά τόν Επίσκοπον μνημονεύει ό Διάκονος των Πρεσβυτέρων, περί ών συντόμως ενταύθα διαλαμ- βάνομεν. Πρεσβύτερος είναι συγκριτικον επίθετον τοϋ πρέββυς* καί πρέσβυς μέν όνομάζεται ό προβε- βηκώς την Ηλικίαν, προσβύτερος δέ ό μάλλον προ- βεβηκός" ούτως «<5 υιός ανϊοϋ ό πρεσβύτερος·» (Λουκ. ιέ. 25 πκραβ. καί Πλατ. Συμπ. 219 καί Ίωβ. ά. 13. 18 καί λβ'. 4.). Επειτα τό συγκ,ριτικόν πρεσβύτερος, καί πληθ. πρεσβύτεροι έκ,λαμβάνεται ώς ούσιαστικ,όν καί όνομάζονται, ούτω οί γέροντες, οί προεστώτες, οΐτινες ήσαν λίαν σεβαστοί παρά τοίς Ίουδαίοις, τηροϋντες μετά μεγάλης ακριβείας τάς άποφάσεις καί έν γένει τάς παραδόσεις αυτών όθεν καί οί Φαρισαϊοι έγόγγυζον κατά τοΰ Ίησοϋ Χριστοϋ, ότι ν.οί μαθηταί αυτόν παρέβαινον την παράδοσιν των πρισΰντέρων, ού γάρ ενιπτοντάς χείρας, ο- ταν άρτον ιί'σθιον» (Ματθ. ιέ. 1—3 παραβ. καί Μαρκ. ζ'. 3, 5, καί 'Εβρ. ιά. 2). έκ τούτων δέ έ- ξελέγοντο συνήθως καί οί άρχοντες τοϋ λαοϋ ·η τής πόλεως.Έντεϋθεν καί οίΈβδομ.την Έβραικην λέξιν τζακέν μεταφράζουσι πρεσβύτερος' ώς λ. χ. τζικνέ Ίσραέλ,οί γέροντες, οί πρεσβύτεροι τοϋ Ίσραηλ,ητις άλλοτε ση(Λαίνει τούς Λρώτους, τούς αρχοντας, λαμβανομένους συνηθως μέν ι*, των γε- ρόντων,άλλ' ές-ιν ότε καί άνευ διακ,ρίσεως ηλικίας. Έκ τούτου πάλιν οί Ο' μ,εταφράζουσι πολλάκις την λέξιν τζικνέ διά τη'ς λέξεως γερουσίαν έν γ βε¬ βαίως υπάρχον καί γέροντες καΐ νεώτεροι ('Εξοδ. γ'. 16. δ'. 29 Δεύτερον, ιθ'. 12. *ά. 3, 4, 6. *β'. 7, 15, 17, 18). Πρεσδντεροί λοιπόν παοά τοίς Ίουδαίοις δέν έκαλοϋντο αποκλειστικώς άπαντες οί Ίερεϊς, άλλ' ήτο τίτλος τιμητικ,ός αποδιδόμενο; είς άνθρώπους εί'τε ίερωμένους είτε καί λαϊκούς, ώς τα πολλά δ- μως είς προβεβηκότας την ηλικίαν καί πεπειραμέ- νους, οΐτινες συνηθω; έκαλοϋντο είς τάς δημοσίου; λειτουργίας της πολιτείας. Ούτοι ήσαν συνηθως Θεολόγοι καί Νομομαθεΐς καί διά τουτο έλαμβά- νοντο μετά των Γραμματέων ώ; μέλη τοϋ μεγά- λου Συνεδρίου, είτε τοϋ ανωτάτου θρησκευτικ-οϋ καϊ κοσμικοϋ Δικαστηρίου των Ίουδαίων, τοϋ ό- ποίου Πρόεδρο; ήτο πάντοτε ό μέγα; Άρχιερεύς· όθεν γ.αί άπαντα τα μέλη τοϋ Συνεορίβυ γ.αί Άρ- χιερεϊς καί Πρεσβύτεροι κκί Γραμματεΐς ώνομά- ζοντο Πρεσβυτέριον' «συνήφθη τό Πρεσβντέριον τοΰ Λαοϋ, άρχιερεϊς τε χαι γραμματείς χαι άνή- γαγον αυτόν είς τό Συνέδριον έαυτών» (Λουκ. κβ'. 66. παραβ. καί Πραζ. κβ'. 5.) Έκ τη'ς Ίουδαϊκη"; δέ Συναγωγη"; η λέξις, εί'τε δ τίτλο; Πρεαβύτερος καί πληθ. Πρεαβύτε- ροΐ) καί Πρεσβυτέριον ελήφθη καί ήτο έν χρήσει έξ άρχη1; καί έν τνί Χριστιανικαί Έκκλη- σίι^· άποδίδοται δέ υπό των Απόστολον, ώς καϊ υπό των Ίερών Διδασκάλων των πρώτων αίώνων οχι αποκλειστικώς είς τοΰς ίερεΐς, είς τόν δεύτερον τουτέστι βαθμόν τη; Ίερωσύνης, ώ; σήμερον παρ' ημίν, άλλ' άδιακρίτω; κκί εί; τού; 'Επισκόπου; κ.αί εί; τοΰ; ίερεΐς, τού; επιτετραμένους δμοϋ τα τίΐ; Έκκλησία;· Οΰτως οί Αποστολαί άποχαλοϋσιν εαυτούς πρεσβυτέρου;.«/7ρίσ^ί;Γί/)ονς, Λέγει ό Πέ- τρος, τούς έν ημίν παραχαΛώ ό συμπρεσβύτερος, ποψαΐνετε το ποψηον τοϋ Θεοϋ, έΛΐσχοπονντες μή άναγχαΰτιχώς, άΛΐ έχονσίως» (Α'. Πετρ. έ. 1__2). Καί ό Άπόστολο; Παϋλος τού; Έπισκό- που; τίς έν Έφέσφ καί Μιλήτω Έκκλησία;, όνο- μάζειΠρεσβυτέρους,καΐτάνάπαλιν τού; Πρεββυτέ- ρου; όνομάζει Έπισκόπου;· «ά^ό δέ της ΜιΛή- ζου πέιιψας είς "Εψεσον ΛροσεχαΛέσατο ταύς Πρεββυτέρους τής ΈχχΛησίας χαι είπεν αυ¬ τοίς. Προσέχετε έαντοϊς χαϊ Λαγτϊ τω ποψνίω έν ώ υμάς τό πνενμα τό 'Αγιον ΐθετο Έηιβκθ— πους, ποιμαΐνειν την ΕχχΛησίαν τοϋ Θεόν, ήν περιεπβιήσατο διά, τού ίδιον αϊματοςΐ), (Πραξ. κ'. 17. 28)· γ.χΠρεσ6ντέριον όνομάζει δ Παϋλις τα άθροισμα των 'Επισκόπων, οΐτινες προεχειρίζοντο άλλους είς Έπισκόπους καί Ίερεϊς· ώς τόν Τιμό- θεον, πρό; δν γράφει είς Έφεσον, αμή άμέ.Ιει τοΰ έν σοΐ χ·αρίσματος θ εδόθη σοι μετά, έπιθέσεως- των χειρών τοϋ Πρεσδντερίονη. (Α'. Τιμ. δ'. 14). Καί ί Απόστολος Ιωάννης όνομάζει εαυτόν Πρε- σβύτερον «ό Πρεσβύτερος έχΛεχτη χνρία κλ. καί πάλιν ό Πρεσβύτερος Γαίω τω άγαχητφ (Β'. Ιω- 1 καί Γ'. 1.). Καϊ καθ' ό'λου ειπείν, Έπισχόπους· καί Πρεσβυτέρους άποκαλοϋσιν οί Άπόστολοι καί εαυτούς χ,χί τού; Έπισκόπου; κ«1 πάντας έν γέ¬ νει τούς λειτουργοΰς καί προεστωτας τ-/5ς Έκκλη- σίας. «Οί χαΛώς προεστώτες πρεσβύτεροι διχΛής τιμής+άζιούσθωσαν' μάΛιστα οί χοπιώντες έν Λό-· γω χαι διδασχαΛία.ν (Α'. Τιμοθ. έ. 17) Καί οί Πκτέρες τ55ς Έκκλησία; μαρτυροϋσιν ότι η έπω- νυμία Έπίσιιοπο; καί Πρεσβύτερος απεδίδετο έ- ναλλάξ καί είς τοΰς δυο βαθμού; τίίς Ίερωσύνη;* οΐΐτως ό Χρυσόστομος* «οί Προσβντεροι τό πα~ Λαιόν έχαΛοϋντο Έπίσχοποι χαϊ άιάχονοι τοΰ ρ^ϋ χαϊ οί Έπίσχοποι (έκαλοΰντο) Πρεσβΰ· Γί/)θί*('0μολ. Α'. είς Φιλιπ. Α'. καί όμιλ. Β'. είς Α'. Τιμοθ. γ'.) Καί δ Ίερώνυμος καί ετέροι. Άλλά προϊόντος τοϋ χρόνου ή μέν έπωνυμία "'Επίσχοπος απεδόθη αποκλειστικώς είς τόν πρώτον βαθμόν, ή δέ Πρεσβύτερος είς τόν δεύτερον βαθμόν τη'ς Ιε- ρωσύνΐ);. Τόσον δμως στενώς φαίνονται συνδεδεμένοε καί ή Ιερωσύνη καί «ίι Λειτουργία καί έν γένει τό έ- πάγγελμκ τοϋ Έπισκόπου καί Πρεσβυτέρου, ώς-ε τινές έγνωμάτευσαν, καί διά συγγραφΰν υπεστή¬ ριξαν, ότι είς καί μόνο; καί οχι δύο βαθμοί Ίερω¬ σύνης έν τοίς Εΰαγγελίοις δΊακρίνονταί.Κα'. όντως, έκτός ττίς Χειροτονίας, τοϋ χαρίσματος τουτέστι τίίς 'ίερωσύνης, ου τινος μεταδοτικός είναι μόνος ό Έπισκοπος, άπαντα τα άλλα είς αμφοτέρους^ είναι κοινά, ώς καί δ θεϊο; Χρυσόστομο; άποφαί- νεται· «ου πολύ τό μέσον αυτών (των Πρεσβυτέ- ρων) καί των 'Επισκόπων καί γάρ καί αύτοι δι¬ δασκαλίαν εισίν άναδεδεγμένοι, καί προστασίαν της Έκκλησίας, καί δ περί 'Επισκόπων ειπε, ταυτα καί Πρεσβύτεροι; άρμόττει. Τϊϊ γάρ χειρο- τονί^ι μόνη ΰπερβεβήκασι, καί τούτω μόνον δο- κοϋσι πλεονεκτεΐν τοΰ; Πρεσβυτέρους»· (Όμιλ.ιά. είς Α'. Τιμ.). Καί δ ίερός Αυγουστίνο; «Τί δ'έστιν Έπίσκοπος ειμή πρωτεύων Πρεσβύτερος ·/) έξοχος Ιερεύς;» (8. Αα§υ8ΐ· 0ϋ3β»1. βχϋΐΓοσ,αβ Τβ8ΐ»τη ) Όθεν καί ό έζ Οίκονόμων.«Αμφότεροι ποιμένες εισίν, ότε Έπίσκοπος «αί δ ιερεύς· ό μέν γενι- κός δ δέ μερικάς, ποιμαίνοντες τα λογικά πρό- βατα τοϋ Άρχιποίμενος Χριστοΰ κατά την πρός τόν Πέτρον έκδεδομένην θείαν διαταγήν. «/7ο/- μαινε τα πρόβατά μόν». Αμφότεροι διδακτικοΐ τοϋ λόγου τ^ς ζωη"ς, άποσταλέντες παρά τοϋ οΰ- ρανίου Διδασκάλου «.μαθητεύειν τα εθνη, βαπτί- ζοντες αντά χαι διδάσχοντες τηρειν πάντα δσα έ- νετεΙΛατο ό Κύριος». "Οθεν καί αμφότεροι, δταν άμελώσι την διδασκαλίαν τη'ς εΰσεβείας, υπό των θείων κανόνων έπιτιμώνται· κάν εί; την άμέλειαν έπιμένωσι, καθαιροϋνται, κάκεΐνο; τνΐς Έπισκοπϊίς καί οΰτο; τοϋ Πρεσβυτερίου. «'Επίσχοπος η Πρε- σβντερος άμεΛών τοΰ χΛ-ήρου η τοΰ Λαοΰ, χαί μη παιδεύων αντονς την ενσέβειαν άψοριΐ,έσθω' επι¬ μένων δέ «7 άμε.Ηα χαϊ ραθυμία χαθαιρείσθφ.-ο (Άποστολ. κανον. ΝΗ'. καί τ?1; ΣΤ'. Συνόδου Ιθ'. καί Μ. Βασιλ. περί Βαπτίμ. λογ. Α'. έρωτ. Δ'.) «Τελευταίον, λέγει δ Οίκονόμος, Έπίσκοπος λέγεται καί ό Ιερεύς καί Άρχιερεΰ; καί διά την ένότητα καί ταύτότητα τϊϊ; συνεχούσης την Εκ¬ κλησίαν Ίερωσύνης. Μία η ίερωσύνη έν αμ¬ φότεροι;. Έν καί τό αΰτό Πνεϋμα τελεσιουρ- γεΐ δι' αμφοτέρων τα μυστήρια τϊίς πίσεω; πκντχ (πλήν τη"; χειροτονία;),μ(αν καί την αυτήν άναι- μακτον λειτουργίαν των άχράντων μυστηρίων επί τί; 'Αγίας Τραπέζης εκτελεί χ,αί. δ 'Επίσκοπος <ν·«τ&νΊΐς Τιακς
    -ΐοιν
    ό Ιερεύς. Έν *αί "ο αΰτό βάπτισμα' κ.αί επί
    ων άλλων μυστήριον έπίσης ίερουργοΰσι. Φωτι-
    «τικός καί τελεστικό; καί μεταοΌτικός άγιασμοϋ
    καί χάριτος καί δ Έπίσκοπος, ομοίως καί ό Ιε¬
    ρεύς- μόνον δέ τοΰ χαρίσματος τίς ίερωσύνης μό-
    νος ό Έπίσκοπο; μεταδοτικός (διά καΐ τελεταρχι-
    340ν καί τελετάρχην ώνόμασε τούτον ιδίως 4 Ά-
    οειοπαγίτης Διονύσιος, καί Ίεράρχην κώς τώ*· ίε-
    ρώτ άρχοντα» (Έκκλησ. ίεραχ έ. 5)· καίκατά
    τουτο μόνον τό μεταδοτικόν δ 'Επίσκοπος ύπερέχει
    τδν Συμπρεσβύτερον αυτοϋ καί Συνεπίσκο-
    «ον Ίερέα. (Έπιστολ. Διατριβ. βελ. 46).
    ('Δκολουθεΐ).
    Η ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΙΣ.
    Μεταχειριζόμενοι την λέξιν άκοβύνθεσις} δέν
    Εννοούμεν βεβαίως νά συνθέσωμεν σχήμα ρητορι-
    χόν, άλλ' εννοούμεν ό'τι ή Έκ,κλησία τής Ελλά¬
    δος πραγματικώς βαίνει είς άποσύνθεσιν.
    Έν πρώτοις ή θρησκεία ήρξατο προ πολλοϋ νά
    «κπίπτη, καί έκπίπτη είς απίστευτον βαθμόν. Καί
    ■—ολλοί μέν θρηνοϋσι, άλλά θρνινοϋσι μηχανικώς,
    <2νευ αίσθήματο;, ώς άλλαι μισθοδοτημέναι,,κ,αί ξέ^ρι μοιρολογήτρειαι.· ουδείς ό'μως πραγματικώς -κλαίει υπέρ τής κ,αταπιπτούση; θρησκείας, ουδείς πάσχει, ουδείς είναι έ'τοιμο; νά προσφέρη εαυτόν <θυσίαν. "Υπάρχουσι βεβαίως οί ένδιαφερόμενοι υπέρ ■τής Έκ,κλησία;, άλλ' ολίγοι οί ειλικρινώς ένδιαφε- ρόμενοι· οί πλεΐστοι, πρός σκ,οπού; ίδιοτελεϊ;, θεω¬ ρούσι την Εκκλησίαν ώς υπηρέτριαν μικροϋ $1 με- γά"λου συμφέροντος· καί δυς-υχώς υπηρέτριαν,8πω; δπηρετήστ] συμφέροντα,τή; παρούσης μόνον γενεάς, είναι δέ όλως αδιάφορον εάν ή ϋπηρέτρια αυτή τελευτήση ευθύς μετά τόν θάνατον τοϋ νίδη ζών- ■το; Κυρίου της. Καί οί μέν πολιτευόμενοι, ώς επί τό πλείστον, ■τότε μόνον άτενίζουσιν είς την Εκκλησίαν, όίταν — δ*ανοηθώσι νά προαγάγωσι τούτον -5} εκείνον-5»όν κληρικόν, αδιάφορον οποίας ποιότητος καί άξίας, ώς τα πολλά ύπνιρετοϋντός κομματικ,οΰ; σκ,οπού;, όπως έπιδεινθώσιν είς τάς επαρχίας αυτών καί θέσωσιν είς ενέργειαν τούς συγγενεϊς καί τοΰς φί- "λου; τοϋ προαχθέντος «ληρικοϋ πρός άγραν ψήφων. Έκ δέ των κληρικων πάλιν οί μέν εγγαμοι ίερεΐς, οί έφημέριοι, έκτός ολίγων έξαιρέσεων, είςΚ ου¬ δέν άλλο αποκλειστικώς άποβλέπουσιν $ είς τό άναγινώσκειν τάς ευχάς τοϋ Εΰχολογίου, ώς επί τό πλείστον ψυχρώς καί μηχανικώς, άμεθόδως καί πλημμελώς, χωρίς τοϋ έλκχίστου αίσθήμα- τ&ς, όπως δ μέν πορισθή τα πρός αγοράν τοϋ ή- |λερ·/)σίου ά'ρτου διά την άπορον αΰτοϋ οικογένειαν, έ δέ καί κερδοσκοπήση. Οί δέ μοναχοί, οί ί ήθ ί λ έ Α άναπτύξεως τής κοινωνίας ή(/.ών, άναπτύξεως προχωρούσνις άνευ θρησκείας, ί (ΛίΖλλον οΰ<* οίδα- μεν πόθεν,εστιν ότε καί εχθράς πρός την θρησκείαν. Πιστεύομεν δέ ό'τι γοάφομεν πρός άνθρώπους λίαν καλώς ε'ιδότας τα πράγματα' ί'σως ή γλωσσα ίι- μών <ραν·/5 κατά τι δριμεΐα, άλλ' όστις είναι Χρι- στιαινός καί Χριστιανάς Έλλην, άς θέσγι πρός ς-ιγ- μ·/ΐν την χείρα επί τίίς καρδίας. Ή κατάπτωσις τ?|ς θρνισκείας καί ί) άποσύνθεσις τ?ίς Έκκ.λϊ)<ηας ήρξαντο προ πολλοϋ καί προχωροϋσι γιγαντιαίοις βήμασιν έν τίί ημετέρα Έλλ·/)νικτ5 κοινωνί»;. Άλλ' &ς αφήσωμεν πρός στιγμήν τν)ν θυσίαν, τα αφορώντα τουτέστιν αυτήν την θρησκείαν έν τ"? συΤΖΡ°νω ίμών Ελλάδι* περί τούτου έγράψατε εΰλαβέστατε άρχιμανδρΐτα πρό δύο έτών βιβλίον κ«1 έξιστορήσατε κατά το [ΛίΖλλον $ι νίττον τα πράγματα, καταδείξαντες τόν άφευκτον κίνδυνον όστις είναι επί θύραις· θά γράψητε δέ ελπίζομεν καί έν τ·?5 Σιώτ άλλεπάλληλα περί τϋς αΰτίΐ; υ¬ ποθέσεως άρθρα. Άς'άφήσωυ.εν λοιπόν πρός στιγ¬ μήν τνιν θυσίαν καί άς ρίψωμεν βλέμμα: είς τούς τυπους. Άλλά πόθεν νά αρχίσωμεν ; Έπισκοπικαί έπι- τροπαί παύονται άλλεπαλλήλως υπό τϋ; Ίερόίς Συνόδου καί άντικαθίσταντοα δι' άλλων γ^σατε τα ρνιτόν τοϋ Αποστόλου Παύλου ν, '£χίσχοπο>' μι&ς γνγαιχός είναι άηϊραη διά δύο
    ^ξεων, ότι πρέπει νά είναι μιά'ς γυναικός άνήρ.
    Έπιθυμώ νά α,άθω εκτενέστερον τί έννοεϊ δ Άπό-
    σΐτολος διά τούτου ; Έννοεϊ ό'τι οί ΕπίιΤΛοποι πρέ¬
    πει νά ώσιν εγγαμοι $ ΚαΙ εάν τουτο έννοίί, διατί
    είναι άγαμοι ; Πόθεν δ θεσμός ούτος τϋς άγκμία; ;
    Πιστεύω ό'τι διά ττίς χαρακτγιριζούσγις ύμδίς &ύ-
    θ»κρισίας καί είλικρινεία; θά δώσητε καί είς εμέ
    κϊί είς πολλοΰς άλλους σαφϊί έξνίγνισιν. *
    Άσπάζομαι την χείρα σα;ς.
    5. Σ. Σ. Εί; τα ίπόμιννν, ή (ΐ; τό αείεΐΐιί,αενον φύλλον
    ρη μχ γμ
    ίερεϊς, συνήθως είς έκαστος, μάλις-α οί έν Αθήναις,
    περιπαθως έρωμένο; μι3; έπισκοπικής έ'δρας, άτε-
    νίζει πρός αύτην νυκτός κ«1 ημέρας, ένεργεΐ του-
    τέστι δι" αύτην έγρηγορώς καί όνοιρεύεται αυτήν
    εν τφ υπνω· εάν δέ τις των πολλων τούτων έρα-
    οτών,διαγνούς έλλειψιν τίνα είς τ·ην έπιδιωκομένην
    έπισκοπικην εδραν,στρέψνι τό βλέμμα πρός άλλην,
    άμέσως άναστατοϋται δ κόσμος, καί προκαλοϋν-
    ται επί τέλους πολϋ δυσάρεστβ: πράγματ»:, συνη-
    θ δέ δ Σό
    δέ δ Σιμωνισμός.
    Έννοεϊται δέ ότι ·ίι Έπισκοπή πρό; ουδέν άλλο
    ζητεΐτα'. ί πρό; ματαίαν κενοδοξίαν, την δποίαν
    άλλως καί αδυνατεί, ώ; επί τό πολύ νά κατα¬
    φέρη, άλλά πολύ περισσότερον ή Έπισκοπή έπι-
    ζητεΐται πρός κερδοσκοπίαν. Ομολογούμεν δέ τρα-
    νώ; δτι σπανιώτατα θηρεύεται ή έπισκοπιχή έ'δρα
    •πρό; οικοδομήν ψυχών, πρό; ανάπτυξιν, διά παν¬
    τός μέσου, τοϋ θρησκευτικοΰ αίσθήματος, πρός
    θρίαμβον τέλος τοϋ Εΰαγγελίου έν τ55 ημετέρα Έλ-
    ληνική Κοινωνίαν
    Εννοεϊται δέ πασιδήλω;, Οτι,ούτω καταπιπτού-
    <"0ί παρ' ήμϊν καθ' έκα'στην τής θρησκεία;, καί τοιαΰτα αποκλειστικώς διανοουμένων των λει- τουργών αυτή;, ή άποσύνθεσι; είναι άφευκτο;· καί είναι άφευκτος άπένζντι μάλιστα μι5?ς τοιαύτης ρ καί παύονται, δτέ μέν έ'νεκα καταχρήσεων, άναρ- μόστων ό'χι πλέον είς την συνείδησιν, διότι κντ·η, κατά τάν Απόστολον, φαίνεται ό'τι έκαυτν)ριάσθνι, άλλά καταχρησεων άναρμόστων καί είς αυτόν τόν χαρακτήρα τοϋ άνθρωπισα,οϋ· δτέ δέ πάλιν παύον- ται τίί έπιμόνφ άπαιτήσει πολιτευομένων,άναγκκ- ζομένων καί έκείνων νά ύπνιρετώσι συμφέροντα; άν- θρώπων συμφεροντοσκόπων, αίτούντων πρός καιρόν την Σφραγΐδα τίΐς Έπισκοπίίς, ό'πως κ«ί εκεϊνοι έπ' ολίγον κερδοσκοπήσωσιν. Ιερεΐς, έξαπατνίσαντες τούς πιστούς (Αΐό?ς ένο- ρίας καί ΰποκλέψαντες τάς υπογραφάς έκείνων^ όπως δ·/)θεν χειροτονγιθώσ!, διά τόν Ναόν -τΫίς ενο- ρίας αΰτΰν, δραπετεύουσιν εκείθεν όέμα τίΐ χεί- ροτονία καί τρέχουσιν εί; άλλα μέρϊ], είς τάς πό¬ λεις ώς επί τό πλείστον, $ι καί είς άλλας επαρ¬ χίας, όπως καταστ-^σωσι κερδοσκοπικ,ώτερον τό έ- πάγγελμα, το οποίον όλως άκαταλλήλως περιε- ολήθιοσαν, άποτυχόντες πρότερον άπό πάσης βα- ναύσου έπιχειριόσεως. Πλ·/ιθϋ; ίερέων συσσωρεύε- ται κατά καιροΰς έν Αθήναις, τρέχοντες ίνω καί κάτω,ζ>)τοϋντες εργασίαν ώς άλλοι τεχνίται· αλ¬
    λοίμονον δέ £ν τολα,ήσγ) τις νά άποθάν/ι πτωχάς!
    θά δυσκολευθ^ νά ένταφιασθ·/5. Εάν οί έπιζώντες
    συγγενεϊς τοϋ νεκροϋ προσκαλέσωσι δύο Ίερεϊς είς
    την έκφοράν θά προσέλθωσι δέκ,οε- οί δύο ψάλται
    θά γείνωσι πέντε, (καί δποϊοι ψάλται ! ) καί ούτω
    καθ' εξής. Θέαμα δέ φρ-.γ.αλέον παρέστησαν ένίοτε
    κατά την ώραν τνίς πληρωαϊίς /.χϊ έντός τοϋ περι¬
    βόλου τοϋ Νεκροταφείου των Αθηνών, καί άλλων
    τ·?5ς Ελλάδος.Οί θεαταί δΐϊΐγοϋνται,δτιειδον πραγ-
    (Λατικωςτούς/ΖαΛ'ά'ί^ τα χιαστοϋν άκό τα γέγχα
    νά Λοαστοϋν άχο τα γέγχα.
    Δυστυχώς, ούτως εχόντων των πραγμάτων, ή
    Εκκλησιαστικη άρχή κοιμά!ται νήδυμον ύπνον.
    Οφείλομεν ό'μως νά ομολογήσωμεν ότι κοιμα'ται
    διότι ουδέν δύναται νά πράξ·/]. Αλλοίμονον, εάν
    τολμήση νά διατάξη ίερέα τινά όπως απέλθη εί;
    την επαρχίαν τού! άμέσως βουλευταί καί άλλοι ά-
    ξιότιμοι Κύριοι θά τεθώσιν είς ενέργειαν, καί θά
    άναβαίνωσιν δ εί; μετά τόν άλλον την χλψχχ,κ
    τοϋ Άρχιερέω;, όπως δ κληρικό; έκεΐνο; μείνη ά-
    νενόχλητος· καί εάν επιμένη δ Άρχιερεύ;, έχί τέ-
    λους θά^νικηθίί, διότι χϊ πολιτικαί αρχαί θά εί"-
    πωσιν αύτω, ό'τι ακατά τό Σύνταγμα, πας "ΕΛΛην
    είναι έΛεύθερος».
    Δέν έχομεν δίκαιον έπιγράφοντες τό άρθρον η¬
    μών Αποσννθεσις^ ΕΜ.*
    ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΙΑ.
    Σεβάσμιε 'Λρχιμανδρίτα.
    Άβ^αι 25 Ίουνίου 1881.
    ^ Σ3ς παρακαλώ νά απαντήσητε εί; την έξη; ε¬
    ρώτησιν. Έν τω τελευταία) φύλλω τής Σιώτ, έξη-
    ΔΙ ΑΦΟΡΑ
    Ή Αρτ* έ.Ιενθέρα ! Ό Σταύρος, τό Σύμβο¬
    λον τής άγάπης καί τοϋ πολιτισμοϋ, δέν είναι-
    π>έον άπάτη, έπήχθη καί πάλιν επί των έπάλ-
    ξεον τοϋ φρουρίου "Αρτης, καί ϊσταται ΰπερηφβί-
    νω; έκεϊ, όθεν ποτέ βιαίως κ,κτεκρημνίσθν).
    Καί άρρ,όζει σημερον πολΰ περισσότερον νά ΐς-α-
    τα, ύπερηφάνως επί των έπάλξεων τής Άρτης 4
    Σταύρος, διότι άνυψώθη έ&εΐ έν πλήρη ειρήνη, ώς
    όντως σύμβουλον τής παγκοσμίου εϊρήνης· χωρίς
    τον,τέστι νά έκρεύση ουδέ σταγών ανθρωπίνου αϊ-
    [Αα'ος,έξ ου τουναντίον έποτίσθησαν τα έδάφη τής
    Ελλάδος, πρό 430 περίπου έτών, ό'τε κα'. έ» τοϋ
    φρωρίου τής Άρτης κατέπεσεν.
    Η "Αρτ* έΛινθέρα ! Δεδοξασμένος ε?η δ Θεός
    τήί "Ελλάδος, δ Θεός δ εύλογημένος, δ έπιβλέπων
    καί συνεργών πρός την αναγέννησιν τοϋ εΰγενοΰς
    καϊ'ίστορικοϋήμών Έθνους! Χαίρει δέ καί ή Σιωγ
    καίάγάλλεται επί τίΐ άπελευθερώσει τής Άρτης.
    '3 Συντάκτης τής ^ίώκ,κατά τό 1854,νεανίας
    έ'τιών δεκ,αεπταετης, άμα διεδόθη γ.αί έν Έ-
    πτβνησφ ό'τι έν Ήπείρω καί Θεσσαλία έξερράγη
    Έπχνάστασις, καί ό'τι σύμπασα ή "Ελλάς άφευ-
    *"£%». έλευθεροϋται, άμέσως, έξ ερωτος διακαοϋς
    πρό; την μεγάλην Πατρίδα Έλλάδα Ικτοτε φλε-
    γόριενοί, κατώρθωσε νά διαλάθη την άγρυπνον
    φυλχκην τής Αγγλικη; προστασία;, ήτις αυστη¬
    ρώς απηγόρευσεν, όπως μηδείς έκ, Ζακύνθου με-
    ταίαίννι τότε είς την Έλλάδα.
    Επιβιβασθε'ις δέ λάθρα, είς (Λΐκρόν πλοιάριον,
    εναντίον των διαμαρτυρήσεως κα'ι των άρων τής
    έκτοτε χήρας μητρός, όιεπέρασε καί άπεβιβάσθη
    εί'ς τίνα άκτην παρά τάς έκβολάς τοϋ Άχελώου·
    έκε-'θεν δέ μεταβάς εί; Μεσολόγγιον καί δπλισθείς
    ανεχώρησε διά ξηρά"; πρό; την "Ηπειρον.Οΰτω φθά-
    σα? μετά τριών ημερών δδοιπορίαν εί; Άννινον,
    μειέβη εί; τα άπέναντι τής Άρτης χωρία Κομ-
    πό'ΐ καί Πέτα καί ηνώθη (Αετά των Έπαναστα-
    τώ', άναμένων μετά των άλλων την επίθεσιν πρός
    κα.-άληψιν τή; Άρτης.
    ίΐολλάκι; δέ, ώς ενθυμείται, απεστάλη Κα·
    ραούλι έν καιρώ νυκτός, καί έπροχώρησε μετ*
    άλλων, ερπων επί την γήν έν άκρα σιγϊί, ολίγα
    λεττά μακράν τοϋ φρουρίου τής Άρτης, ένθα διε-
    νυ-.τέρευον,φυλάττοντες μη δ έχθρό; εξέλθη νυκτός
    κκί επιτεθή κατά των έπαναστατών.
    Τέλος έν τή μάχη τοΰ Πέτα ήττηθέντε;, ώς
    γν-Λστάν,οί επαναστάται, έτράπησαν εί; φυγην,οτε
    κα. δ νυν Συντάκτης τής Σιών, μεταβάς εί; Με-
    σοόγγιον επανήλθεν εί; την γεννέτειραν αύτοϊϊ
    Πβτρίδα Ζάκυνθον, οπόθεν άμέσως άνεχώρησενείς
    Ίίροσόλυμα;.
    Δικαίω; λοιπάν καί ή Σιών χαίρει σήμερον καί
    ά-άλλεται επί τή άπελευθερώσει τής "Αρτης, καί
    δίχεται καί ολίγα; λέξεις είς τάς Δίδεσίμους
    Στήλας αυτής, διότι βλέπει πραγματοποιουμένους
    τ»υς πόθου; τοϋ Συντάκτου αυτή;, ου; επί τετρά-
    μηνόν ποτε, έν πολλαί; καί 8υσαρέστοις κακου-
    χ^αις, υπό τάς έπάλξει; τής Άρτης έπεδίωξεν.
    ,—Χθές απεβίωσεν δ Σπυρίδων Ρώμας Τ-
    π3υργό; επί των Έκκλησιαστικών καί γόνος μια"ς
    των πρώτων εΰγενών οίκογενειών τής Ζθ
    Περί τούτου είς τό προσεχές.
    1;